ΔΙΑΘΛΑΣΤΙΚΕΣ ΑΝΩΜΑΛΙΕΣ ΤΟΥ ΜΑΤΙΟΥ

ΔΙΑΘΛΑΣΤΙΚΕΣ ΑΝΩΜΑΛΙΕΣ ΤΟΥ ΜΑΤΙΟΥ
  1. ΜΥΩΠΙΑ

Η μυωπία είναι η διαθλαστική ανωμαλία κατά την οποία μια παράλληλη δέσμη ακτινών εισερχόμενη στο μάτι, δεν εστιάζεται στον αμφιβληστροειδή, όπως συμβαίνει στα φυσιολογικά εμμετρωπικά μάτια αλλά μπροστά από αυτόν. Έτσι τα οπτικά ερεθίσματα του περιβάλλοντος, δηλαδή τα είδωλα των διαφόρων αντικειμένων, δεν εστιάζονται πάνω στην επιφάνεια του αμφιβληστροειδή χιτώνα, αλλά μπροστά από εκείνον, με αποτέλεσμα να είναι ιδιαίτερα δυσχερής η μακρινή όραση.

Το βασικό σύμπτωμα της μυωπίας είναι η θολή αντίληψη των μακρινών αντικειμένων. Έτσι ο μύωπας στην προσπάθεια του να δει καλύτερα μακριά αναγκάζεται να κλείνει ελαφρώς τα βλέφαρα του. Το σύμπτωμα αυτό που στα αρχαία ελληνικά ονομάζεται «μυείν» έδωσε και το όνομά του στη μυωπία . Το σφίξιμο των βλεφάρων όμως δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ και οδηγεί γρήγορα σε κόπωση των ματιών ή πονοκεφάλους, καθιστώντας τη χρήση γυαλιών αναγκαία.

Το μυωπικό μάτι βλέπει τα κοντινά αντικείμενα ασκώντας λιγότερη προσαρμογή άρα και σύγκλιση των οφθαλμών σε σχέση με τα εμμετρωπικά μάτια. Έτσι επειδή όλο το βάρος πέφτει στη σύγκλιση ταύτισης για κοντά ο ασθενής μπορεί να εμφανίσει συμπτώματα κοπιωπίας (πονοκεφάλους κι εύκολη κόπωση κατά την κοντινή εργασία). Τα πρώτα χρόνια της ζωής μπορεί να εμφανιστεί αποκλίνοντας στραβισμός (εξωτροπία) αν ο μικρός ασθενής προτιμήσει να ανταλλάξει την κοπιαστική διόφθαλμη όραση με την άνετη μονόφθαλμη που του εξασφαλίζει η απώθηση της εικόνας του ενός ματιού.

Η μυωπία είναι κυρίως κληρονομική ανωμαλία, αφού οι βαθμοί της και η εξέλιξη της καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από το γονιδίωμά μας (DNA). Έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα 14 γονίδια που αυξάνουν τη συχνότητα εμφάνισης της μυωπίας. Σημαντικό ρόλο επισής διαδραματίζουν, περιβαλλοντολογικοί παράγοντες, όπως,

Α) Η παρατεταμένη κοντινή εργασία σε κλειστούς, σκοτεινούς χώρους,

Β) Η κατάχρηση του ηλεκτρονικού υπολογιστή, των κινητών τηλεφώνων και των ταμπλετών, ειδικότερα σε νεαρή ηλικία.

Οι ανωτέρω λόγοι, φαίνεται ότι συνδέονται ισχυρά με τη μεγάλη αύξηση της εμφάνισης της μυωπίας σε νεαρά άτομα στις σύγχρονες κοινωνίες. Την ανωμαλία αυτή παρουσιάζει σχεδόν το 50% των ανθρώπων στην παραγωγική ηλικία παγκοσμίως. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) αναδεικνύει μάλιστα την μυωπία σαν Πανδημία, αφού σε ορισμένες περιοχές του πλανήτη αφορά πλέον στο 80 -90% των νέων κάτω απ’ την ηλικία των 30 ετών (πχ στην Σιγκαπούρη).

Ανάλογα με την αιτιολογία της η μυωπία διακρίνεται σε:

  1. Διαθλαστική μυωπία δηλαδή αυξημένη δύναμη της διαθλαστικής συσκευής του οφθαλμού, (κυρίως του κερατοειδούς χιτώνα ή του φακού).
  2. Αξονική μυωπία δηλαδή αυξημένο προσθοπίσθιο μήκος του οφθαλμού. Αυτό ισχύει συνήθως για μυωπίες άνω των -4,0 D ή και άνω των -6,0 D.
  3. Μυωπία συσχέτισης, όταν η ισχύς του διαθλαστικού συστήματος του οφθαλμού είναι λίγο μεγαλύτερη από ότι χρειάζεται για το δεδομένο μήκος του βολβού παρόλο που και οι δυο αυτοί παράγοντες βρίσκονται μέσα στα όρια του εμμετρωπικού οφθαλμού. Συνήθως πρόκειται για μικρές μυωπίες.
  4. Κατασκευαστικά προβλήματα του κρυσταλλοειδούς φακού του ματιού (όπως συγγενής σφαιροφακία, συγγενές γλαύκωμα, οπτική νευροπάθεια, προωρότητα κα) σε εξαιρετικά σπάνια περιπτώσεις.

 

Συνήθως η μυωπία μετριέται σε διοπτρίες κι ανάλογα με τη σοβαρότητά της διακρίνεται σε:

  • Ήπια ως τρεις διοπτρίες (βαθμούς)
  • Μέτρια, από τρεις ως έξι διοπτρίες (βαθμούς)
  • Μεγάλη, από έξι διοπτρίες και άνω (βαθμούς)

 

Η ΜΥΩΠΙΑ ΣΗΜΕΡΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΔΙΟΡΘΩΘΕΙ ΜΕ ΠΟΛΛΟΥΣ ΤΡΟΠΟΥΣ

Α. Ο πιο κοινός τρόπος θεραπείας της μυωπίας είναι η χρήση γιαλών ή φακών επαφής με αποκλίνοντες σφαιρικούς φακούς. Οι φακοί αυτοί είναι λεπτότεροι στο κέντρο και παχύτεροι στην περιφέρεια (αμφίκοιλοι). Με αυτούς τους φακούς τα είδωλα των αντικειμένων, που προβάλλονται μπροστά από τον αμφιβληστροειδή, μετακινούνται προς τα πίσω, ώστε να εστιάζονται ακριβώς σε αυτόν.

Β. Τα τελευταία χρόνια οι διαθλαστικές επεμβάσεις με Laser για τη διόρθωση της μυωπίας βελτίωσαν την ποιότητα ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων, απαλλάσσοντας τους από την εξάρτηση από γυαλιά ή φακούς επαφής. Με εμπειρία 20 και πλέον ετών, δεν αποτελούν πλέον μια ριψοκίνδυνη, αμφίβολης αποτελεσματικότητας κι ασφάλειας εναλλακτική, αλλά έχουν καθιερωθεί ως μόνιμη, σίγουρη κι οικονομική λύση.

  1. Τέλος, σε μερικές περιπτώσεις η ένθεση εξελιγμένων ενδοφακών με διατήρηση ή αφαίρεση του φυσιολογικού κρυσταλλοειδούς φακού του ματιού, αποτελεί την εναλλακτική λύση διαθλαστικής διόρθωσης σε νεαρούς ενήλικες ή μεσήλικες ασθενείς με υψηλή μυωπία (συνήθως άνω των 9 διοπτριών), που για κάποιο λόγο στον προεγχειρητικό τους έλεγχο αντενδείκνυται η διόρθωση της μυωπίας του με laser.

 

2)ΥΠΕΡΜΕΤΡΩΠΙΑ

Είναι η διαθλαστική ανωμαλία κατά την οποία, όταν ο οφθαλμός είναι σε κατάσταση ηρεμίας, οι ακτίνες του φωτός δεν συγκεντρώνονται στον αμφιβληστροειδή, όπως είναι το φυσιολογικό, αλλά πίσω από αυτόν.

Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να είναι δυσχερής η κοντινή όραση που με την πρόοδο της ηλικίας και τη προοδευτική απώλεια της προσαρμοστικής ικανότητας του οφθαλμού γίνεται σταδιακά δυσχερής τόσο η ενδιάμεση όσο κι η μακρινή όραση δυσκολεύοντας την καθημερινότητα του πάσχοντος.

Η υπερμετρωπία μπορεί να οφείλεται:

  • Ή σε μικρό προσθοπίσθιο άξονα του ματιού (αξονική υπερμετρωπία) ή
  • Σε μικρή διαθλαστική δύναμη του ματιού, είτε λόγω μειωμένης διαθλαστικότητας του φακού, είτε λόγω μικρής κυρτότητας του κερατοειδούς

 

Η υπερμετρωπία είναι η συχνότερη διαθλαστική ανωμαλία. Ο άνθρωπος κατά τη γέννηση είναι συχνά υπερμέτρωπας κατά +1,0D έως και +3,0 D. Στα πρώτα χρόνια αυξάνονται ραγδαία οι διαστάσεις του βολβού και η υπερμετρωπία ελαττώνεται προοδευτικά μέχρι την ηλικία των 15 χρονών. Έτσι σε ορισμένα άτομα παραμένει ένας βαθμός υπερμετρωπίας άλλα γίνονται εμμετρωπικά και άλλα μυωπικά.

Η λειτουργία της προσαρμογής παίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του τελικού ποσού της υπερμετρωπίας, αφού με την ενεργοποίηση της το άτομο μπορεί να αντιρρόπησει μέρος ή ολόκληρο το ποσό της υπερμετρωπίας του.

  1. Λανθάνουσα υπερμετρωπία: είναι το ποσό της υπερμετρωπίας που διορθώνεται από τον τόνο του ακτινωτού μυός (συνήθως το ποσό αυτό δεν υπερβαίνει την  +1,0D).
  2. Έκδηλη υπερμετρωπία: είναι το ποσό της υπερμετρωπίας που δε μπορεί να αντιρροπηθεί από το φυσιολογικό τόνο του ακτινωτού μυός.
  3. Αντιρροπούμενη υπερμετρωπία:Το ποσό της υπερμετρωπίας που αντιρροπείται με την μέγιστη ενεργοποίηση της προσαρμογής
  4. Απόλυτη υπερμετρωπία: είναι το ποσό της υπερμετρωπίας που δε μπορεί να αντιρροπηθεί από το μηχανισμό της προσαρμογής.

 

 

Τρόποι διόρθωσης υπερμετρωπίας:

  • Διορθωτικά γυαλιά με θετικό σφαίρωμα

Η υπερμετρωπία διορθώνεται με την τοποθέτηση ενός θετικού φακού μπροστά από το μάτι, ανάλογα με το βαθμό της υπερμετρωπίας, ώστε οι προσπίπτουσες παράλληλες ακτίνες, μετά τη διάθλασή τους από το διοπτρικό σύστημα του οφθαλμού να εστιαστούν επί του αμφιβληστροειδούς.

 

  • Φακοί επαφής. Κύριες ενδείξεις είναι

                                    -η ανισομετρωπία,

                                    -η υψηλή υπερμετρωπία (>4,0D) και

                                    -η αφακία

  • Διαθλαστικές επεμβάσεις με laser κυρίως σε νεαρά υπερμετρωπικά άτομα (< 30 ετών). Με τον τρόπο αυτό αντιμετωπίζονται κυρίως περιπτώσειςήπιας ή μέτριας υπερμετρωπίας(μέχρι 5-6 διοπτρίες)
  • Αντίθετα σε άτομα άνω των 50 ετών που έχουν μέτρια ή υψηλή υπερμετρωπία προτείνεται η χειρουργική αφαίρεση του καθαρού κρυσταλλοειδούς φακού κι η ένθεση κατάλληλου ενδοφακού ανάλογα με τις ανάγκες και τις δραστηριότητές του κάθε ασθενούς. Σήμερα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και ειδικοί πολυεστιακοί  ενδοφακοί που εξασφαλίζουν ικανοποιητική όραση σε  μεγαλύτερο εύρος αποστάσεων.

 

3)ΑΣΤΙΓΜΑΤΙΣΜΟΣ

Στον αστιγματισμό, η διαθλαστική δύναμη του ματιού δεν είναι η ίδια σε όλους τους μεσημβρινούς, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η συγκέντρωση των εισερχομένων στο μάτι ακτινών σε ένα σημείο. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο αστιγματισμός οφείλεται σε διαταραχές του σχήματος του κερατοειδούς.

Στον αστιγματισμό και τα μακρινά και τα κοντινά αντικείμενα φαίνονται παραμορφωμένα. Αυτό συμβαίνει επειδή n καμπυλότητα του κερατοειδούς δεν είναι ομοιόμορφη σε όλη του την επιφάνεια, με αποτέλεσμα οι ακτίνες του φωτός να μην εστιάζονται στο ίδιο επίπεδο.

Κατά συνέπεια, παράλληλη δέσμη ακτίνων διερχόμενη από το οπτικό αυτό σύστημα εστιάζεται σε δύο εστιακές γραμμές, που είναι ασύμβατες κάθετες μεταξύ τους. Η βαρύτητα των συμπτωμάτων του αστιγματισμού είναι συνάρτηση του βαθμού και του τύπου του.

Συχνά συμπτώματα του αστιγματισμού περιλαμβάνουν:

  • Μείωση οπτικής οξύτητας (ο αστιγματικός ασθενής βλέπει θολά και λόγω της αστιγματικής παραμόρφωσης του ειδώλου οι κύκλοι γίνονται αντιληπτοί σαν ελλείψεις ή ένα φωτεινό σημείο φαίνεται σαν να έχει ουρά).
  • Κοπιωπία(σε μικρό αστιγματισμό και μόνο σε νέα άτομα)
  • Θόλωση της όρασης
  • Διάχυση των αντανακλώμενων φώτων(κατά τη βραδινή οδήγηση) κ
  • Δυσκολία σε εργασίες που απαιτούν συγκέντρωση, όπως ανάγνωση, χρήση υπολογιστή κλπ

Οφθαλμικό ραιβόκρανο (παιδιά με λοξό αστιγματισμό, στα οποία δε χορηγήθηκαν γυαλιά, στην προσπάθειά τους να δούν καλύτερα, γέρνουν το κεφάλι τους στο πλάι).

 

Ο αστιγματισμός συνήθως  είναι  κληρονομική ανωμαλία, αφού οι βαθμοί της και η εξέλιξη του διαθλαστικού σφάλματος καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από το γονιδίωμά μας (DNA).

Φυσιολογικά δεν παρουσιάζει σημαντικές μεταβολές κατά τη διάρκεια της ζωής, ενώ σε αντίθετη περίπτωση μπορεί να υποδηλώνει άλλες σοβαρότερες καταστάσεις που απαιτούν περαιτέρω διερεύνηση (πχ κερατόκωνος).

Ο αστιγματισμός μπορεί να προέρχεται:

  1. Από τον κερατοειδή ο οποίος έχει διαφορετικές ακτίνες καμπυλότητας στους διάφορους μεσημβρινούς (άρα και διαθλαστική ισχύ) με μια μέγιστη τιμή σε έναν και μια ελάχιστη τιμή σε έναν άλλο. Αυτοί οι δύο μεσημβρινοί ονομάζονται κύριοι μεσημβρινοί.
  2. Από το φακό λόγω μικροανωμαλιών στην καμπυλότητα της επιφάνειάς του ή μεταβολών του δείκτη διάθλασής του (φακικός ασγτιγματισμός)
  3. Από τον οπίσθιο πόλο λόγω ανωμαλιών της καμπυλότητάς του (αμφιβληστροειδικός αστιγματισμός)

Ο αστιγματισμός μπορεί να είναι και επίκτητος π.χ σε περιπτώσεις τραυματισμού ή άλλων παθήσεων του κερατοειδούς, που προκαλούν παραμόρφωση του σχήματός του.

 

Ο αστιγματισμός συνήθως συνυπάρχει με μυωπία ή υπερμετρωπία και διακρίνεται σε:

  1. Απλός αστιγματισμός: η μία εστιακή γραμμή εστιάζεται πάνω στον αμφιβληστροειδή ενώ η άλλη μπροστά (απλός μυωπικός αστιγματισμός) ή πίσω (απλός υπερμετρωπικός αστιγματισμός) από τον αμφιβληστροειδή.
  2. Σύνθετος αστιγματισμός: Καμιά από τις δύο εστιακές γραμμές δεν εστιάζονται πάνω στον αμφιβληστροειδή αλλά και οι δύο βρίσκονται είτε μπροστά (σύνθετος μυωπικός αστιγματισμός) είτε πίσω (σύνθετος υπερμετρωπικός ασιγματισμός) από τον αμφιβληστροειδή.
  3. Μικτός αστιγματισμός: Η μία εστιακή γραμμή σχηματίζεται μπροστά και η άλλη πίσω από τον αμφιβληστροειδή.

Σε όλα τα είδη του αστιγματισμού, η απόσταση μεταξύ των δύο εστιακών γραμμών είναι ανάλογη προς το βαθμό του αστιγματισμού.

 

Η αντιμετώπιση του αστιγματισμού γίνεται συνήθως με τη συνταγογράφηση των κατάλληλων τορικών αστιγματικών γυαλιών ή αστιγματικών φακών επαφής. Ο αστιγματισμός δεν χαρακτηρίζεται μόνο από τους βαθμούς του (σε διοπτρίες), αλλά και από τη γωνία του (σε μοίρες), η οποία πρέπει να μετράται σωστά και να συνταγογραφείται με ακρίβεια, ιδιαίτερα σε μεγάλους αστιγματισμούς.

Τα τελευταία χρόνια για τη διόρθωση του ήπιου ομαλού αστιγματισμού και της τυχόν συνυπάρχουσας μυωπίας ή υπερμετρωπίας σε νέους κυρίως ενήλικες χρησιμοποιούνται οι laser διαθλαστικές επεμβάσεις που βελτιώνουν ικανοποιητικά την ποιότητα της όρασής των ασθενών, απαλλάσσοντάς τους από τα γυαλιά και τους φακούς επαφής.

Εναλλακτική λύση διαθλαστικής διόρθωσης σε μεγάλες ηλικίες αποτελεί η χειρουργική επέμβαση αντικατάστασης του κρυσταλλοειδούς, φυσικού φακού του ματιού κι η ένθεση τορικού ή και πολυεστιακού ενδοφακού συνήθως συνδυαστικά με την αφαίρεση καταρράκτη.

Τέλος, μεταμόσχευση κερατοειδούς μπορεί να επιχειρηθεί σε περιπτώσεις μεγάλου ανώμαλου αστιγματισμού που προκαλείται από τραύματα του κερατοειδούς, κερατόκωνο κλπ, και δε μπορεί να διορθωθεί  με σκληρούς  φακούς επαφής.

 

4)ΠΡΕΣΒΥΩΠΙΑ

Η πρεσβυωπία αποτελεί ένα εξελικτικό πρόβλημα που σχετίζεται με την προοδευτική μείωση της κοντινής όρασης. Παρουσιάζεται από την ηλικία των 40 με 45 ετών, όπου το άτομο χάνει προοδευτικά την ικανότητα προσαρμογής και δε μπορεί πλέον να διαβάσει καθαρά ένα αντικείμενο στην απόσταση των 35-40cm που είναι η απόσταση διαβάσματος.

Υπάρχουν δύο θεωρίες που προσπαθούν να αιτιολογήσουν την εμφάνιση της πρεσβυωπίας

  • Η πρώτη στηρίζεται στη σταδιακή απώλεια της ελαστικότητας του οφθαλμικού φακού που σημαίνει ότι ο φακός αυτός χάνει την ικανότητα να εστιάζει στα κοντινά αντικείμενα (χάνει δηλαδή την ικανότητα προσαρμογής).
  • Η δεύτερη εκδοχή υποστηρίζει πως η απώλεια της προσαρμοστικότητας του φακού οφείλεται στην μείωση της λειτουργικότητας του ακτινωτού μυός ( του μυός από τον οποίο εξαρτάται ο οφθαλμικός φακός), λόγω προοδευτικής ατροφίας αυτού,  η οποία επέρχεται ως φυσικό επακόλουθο της γήρανσης.

Η πάθηση που παρουσιάζεται σε όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από το φύλο τους ή αν ήδη πάσχουν από άλλες διαθλαστικές ανωμαλίες όπως η μυωπία, η υπερμετρωπία κι ο αστιγματισμός. Αρχίζει στην ηλικία των 40-45 χρονών και προοδευτικά επιδεινώνεται μέχρι την ηλικία των 60-65 χρονών.

Το ποσό της προσαρμογής που χρειάζεται να χρησιμοποιήσει ο οφθαλμός για να δει καθαρά ένα αντικείμενο σε ορισμένη απόσταση εξαρτάται από την διαθλαστική κατάστασή του (εμμέτρωπας, μύωπας, υπερμέτρωπας ) και από την απόσταση που βρίσκεται το αντικείμενο. Δηλαδή:

Ένας μυωπικός οφθαλμός, για να δει καθαρά στην κοντινή απόσταση(33cm), χρειάζεται τόση προσαρμογή όση ο εμμέτρωπας, μείον το βαθμό της μυωπίας του. Έτσι, ο μύωπας χρειάζεται πολύ αργότερα πρεσβυωπικά γυαλιά  και σε ορισμένες περιπτώσεις δε τα χρειάζεται καθόλου, ιδίως όταν η μυωπία του είναι περίπου 3,0D.

Αντίθεταένας υπερμετρωπικός οφθαλμός για να δει καθαρά στην απόσταση των 33cm χρειάζεται τόση προσαρμογή, όση χρειάζεται και ο εμμέτρωπας συν το βαθμό της υπερμετρωπίας του. Έτσι στον υπερμέτρωπα η πρεσβυωπία εμφανίζεται νωρίτερα απ ότι στον εμμέτρωπα.

Τα κυριότερα συμπτώματα της πρεσβυωπίας είναι:

  • Αδυναμία ανάγνωσης σε μια κανονική απόσταση ανάγνωσης
  • Πονοκέφαλοι από παρατεταμένη ανάγνωση ή εργασία σε κοντινή απόσταση
  • Αίσθημα κόπωσης

Στιγμιαίες θολώσεις της όρασης όταν απομακρύνει το βλέμμα από το αντικείμενο ανάγνωσης

Η θεραπεία της πρεσβυωπίας επιτυγχάνεται κυρίως με τη χορήγηση θετικών (συγκλινόντων) φακών για να συμπληρωθεί η ανεπάρκεια της προσαρμογής.

  1. Γυαλιά κοντινής όρασης (για διάβασμα) μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε ξεχωριστά είτε μικτά (πολυεστιακά) που επιτρέπουν την ευκρινή όραση σε όλες τις αποστάσεις. Τα πολυεστιακά γυαλιά αποτελούν μια πολύ καλή λύση, ιδίως σε μεσήλικες υπερμέτρωπες που αλλιώς θα χρειάζονταν δύο ή και τρία ζευγάρια γυαλιών ανάλογα με την απόσταση του αντικειμένου που παρατηρούν (κοντινά, ενδιάμεσα, μακρινά). 
  1. Οι Πολυεστιακοί Φακοί ικανοποιούν μεγάλο μέρος των ασθενών, αλλά συνήθως αποτελούν λύση περισσότερο αποτελεσματική για υπερμέτρωπες. Επίσης, ενώ προσφέρουν καλή εστίαση τόσο για μακρινά όσο για κοντινά αντικείμενα, μειώνουν κάπως την αντίληψη αντιθέσεων από τον οφθαλμό, κάτι ιδιαίτερα ενοχλητικό για τους ασθενείς. Εναλλακτικά, αν χρησιμοποιούνται φακοί επαφής, ο φακός του ενός ματιού μπορεί να συνταγογραφηθεί για κοντινή όραση, διατηρώντας τον άλλο για καλή μακρινή όραση.

 

  1. Σήμερα υπάρχουν καινούριες μέθοδοι με λέιζερ (presby-lasik), και χειρουργικές, όπως η ένθεση πολυεστιακών ή προσαρμοστικών ενδοφακών εντός του οφθαλμού στη θέση του φυσικού φακού ο οποίος αφαιρείται ή η ένθεση φακού εντός του κερατοειδή (ενδοκερατικοί φακοί). Είναι πολλά υποσχόμενες μέθοδοι, οι οποίες ήδη εφαρμόζονται και συνεχώς εξελίσσονται.
  2. Ένας έμμεσος, απλός και παλιός τρόπος για την λύση του προβλήματος, είναι το σύστημα MONOVISION. Με τη μέθοδο αυτή, χειρουργικά ή με λέιζερ ή ακόμα και με φακό επαφής, o ένας οφθαλμός γίνεται ελαφρά μυωπικός, ενώ ο άλλος γίνεται εμμετρωπικός. Με αυτόν τον τρόπο, με το ένα μάτι (το μυωπικό) βλέπουμε κοντά, ενώ με το άλλο (το εμμετρωπικό) βλέπουμε μακριά.

 

Η μέθοδος MONOVISION είναι ιδανική για ανθρώπους διατεθειμένους να δεχθούν ένα συμβιβασμό στη διόφθαλμη όραση τους, προκειμένου να είναι όσο γίνεται πιο ανεξάρτητοι από κάθε είδους διορθωτικά γυαλιά.